Συναισθηματική Υπερφαγία

Η συναισθηματική υπερφαγία είναι η έντονη και κάποιες φορές ανεξέλεγκτη επιθυμία για κατανάλωση τροφής. Δεν πρόκειται για ανάγκη σίτισης που προκύπτει από πραγματική – βιολογική πείνα. Η συναισθηματική υπερφαγία σχετίζεται με το βίωμα δυσάρεστων συναισθημάτων όπως το άγχος, η λύπη, η ανία, η απογοήτευση, ο θυμός.

Αποτελεί μια από τις κυριότερες αιτίες παχυσαρκίας και μπορεί να εμφανίζεται είτε με τη μορφή ενός βουλιμικού επεισοδίου (πχ. το άτομο καταναλώνει μεγάλη ποσότητα φαγητού σε μια κρίση βουλιμίας) είτε με τη μορφή συνεχούς αναζήτησης και λήψης τροφής.

Για να καταλάβουμε τι σημαίνει συναισθηματική πείνα, είναι χρήσιμο να τη διαχωρίσουμε από την βιολογική πείνα.

Συναισθηματική πείνα – Βιολογική πείνα


Η συναισθηματική πείνα προκύπτει ξαφνικά ενώ η βιολογική πείνα επέρχεται σταδιακά κι έχει κλιμάκωση. Επιπλέον, στην πρώτη περίπτωση δεν μπορούμε να κάνουμε αναστολή της επιθυμίας μας για φαγητό. Όταν πεινάμε επειδή δεν έχουμε φάει, είμαστε σε θέση να περιμένουμε να ετοιμαστεί το φαγητό.

Εξαιτίας της συναισθηματικής πείνας, κατά κανόνα επιθυμούμε συγκεκριμένα είδη τροφής. Συγκεκριμένα, ονειρευόμαστε τρόφιμα υψηλής θερμιδικής αξίας, όπως για παράδειγμα junk food, πατατάκια, σοκολάτες, γλυκά κλπ. Εξαιτίας της σωματικής πείνας μπορούμε να φάμε τα πάντα, επειδή αισθανόμαστε άδειο το στομάχι μας. Στη συναισθηματική πείνα δεν έχουμε αίσθημα κενού στο στομάχι.

Στη συναισθηματική πείνα επίσης, πολλές φορές δεν νιώθουμε κορεσμό, ενώ κανονικά όταν τρώμε μια επαρκή ποσότητα φαγητού, χορταίνουμε και είμαστε πλήρεις.

Τέλος, μετά από την κατανάλωση φαγητού με συναισθηματικό υπόβαθρο, είναι συχνό το αίσθημα της ενοχής. Σαφώς και δεν υπάρχει καμία ενοχή όταν τρώμε επειδή πρέπει να τραφούμε και να πάρουμε ενέργεια.

Γιατί τρώμε συναισθηματικά;


Η κατανάλωση φαγητού με εφαλτήριο συναισθηματικά αίτια προκαλεί προσωρινά μια ανακούφιση. Το φαγητό αποτελεί ανάγκη και απόλαυση ταυτόχρονα. Όταν νιώθουμε δυσάρεστα, επιλέγουμε την διάσταση της απόλαυσης του φαγητού προκειμένου να μπορέσουμε να ξεφύγουμε από την δυσφορία. Με λίγα λόγια, επιλέγουμε το φαγητό για να ψευδο – αντιμετωπίσουμε τα προβλήματά μας και για να γεμίσουμε το εσωτερικό κενό μας (είτε με αποφυγή είτε με απόσπαση προσοχής).  Ωστόσο, μόλις σταματήσουμε να τρώμε, οι έννοιες, το κενό και οι στενοχώριες επιστρέφουν και μαζί τους κουβαλούν μια μεγάλη ενοχή γι αυτό που κάναμε.

Η συναισθηματική υπερφαγία οδηγεί σε αύξηση του σωματικού βάρους και κατά συνέπεια σε κακή εικόνα σώματος. Η κακή αυτοεικόνα που οι ίδιοι δημιουργήσαμε επηρεάζει αρνητικά την αυτοεκτίμηση και την αυτοπεποίθησή μας. Εν κατακλείδι, μόνοι μας υποσκελίζουμε τον εαυτό μας και δημιουργούμε ένα φαύλο κύκλο λύπης και αγωνίας. Πάλι τα δυσάρεστα συναισθήματα που ποτέ δεν διαχειριστήκαμε μας οδηγούν στην συναισθηματική υπερφαγία.

Η συναισθηματική υπερφαγία αποτελεί ένα είδος εθισμού;


Πράγματι, η συναισθηματική υπερφαγία παρουσιάζει τον κλασικό φαύλο κύκλο της εξάρτησης. Το άτομο νιώθει άσχημα. Προσπαθεί να ανακουφιστεί ή να ξεχαστεί μέσω του ακατάσχετου φαγητού. Νιώθει ενοχές και ίσως υπόσχεται στον εαυτό του ότι δεν θα το ξανακάνει. Πιέζεται και εξαντλείται. Ξαναπέφτει στο φαγητό.

Πώς αντιμετωπίζεται η συναισθηματική υπερφαγία;


Τα προβλήματα διατροφής που σχετίζονται με ψυχολογικούς παράγοντες δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν χωρίς την απαιτούμενη σοβαρότητα και υποστήριξη ενός ειδικού. Όσες δίαιτες και να ξεκινήσουμε, όσες φορές κι αν δεσμευτούμε ότι θα αδυνατίσουμε, η ρίζα του προβλήματος είναι ψυχογενής και απαιτεί δουλειά με τον εαυτό μας. Ο ψυχολόγος θα μας βοηθήσει να αναγνωρίσουμε τα συναισθήματά μας και να εντοπίσουμε τις βαθύτερες αιτίες της υπερφαγίας μας. Έπειτα, θα μας δείξει το δρόμο πως να διαχειριζόμαστε με άλλο τρόπο τα αρνητικά συναισθήματα και θα δομήσουμε μια εντελώς διαφορετική σχέση με το φαγητό. Είναι αδήριτη η ανάγκη να μάθουμε τι σημαίνει ισορροπημένη διατροφή και πως τελικά μπορούμε να απολαμβάνουμε με σύνεση κι όχι με υπερβολή.