Μετατραυματικό Στρες

Διαταραχή Μετατραυματικού Στρες

Η διαταραχή μετατραυματικού στρες (Post-Traumatic Stress Disorder, PTSD) εμφανίζεται μετά από την επίδραση ενός ακραίου τραυματικού γεγονότος στη ζωή ενός ανθρώπου. Ως τραύμα ορίζεται μια ξαφνική κι εν δυνάμει θανάσιμη εμπειρία η οποία εγγράφει πάνω μας. Πιθανόν να αφήνει ανεξίτηλα σημάδια βασανιστικών αναμνήσεων μεγάλης διάρκειας. Το πιο συνηθισμένο τραύμα είναι η απρόσμενη φυσική απώλεια ενός πολύ αγαπημένου προσώπου.

Όταν το άτομο βιώσει ένα περιστατικό θανάτου, θανάσιμου ή πολύ σοβαρού τραυματισμού, απειλής κατά της ζωής ή/και της σωματικής ακεραιότητας του εαυτού του ή άλλων ανθρώπων, υπάρχει περίπτωση να εκδηλώσει τη διαταραχή μετατραυματικού στρες. Το ίδιο μπορεί να συμβεί και στην ξαφνική πληροφόρηση του ατόμου για τα παραπάνω γεγονότα που αφορούν όμως μέλη της οικογένειας του ή σημαντικούς άλλους ανθρώπους.

Ανέκαθεν, οι άνθρωποι αντιδρούσαν κάπως παράξενα σε καταστροφές. Ιδιαίτερα έχει μελετηθεί η συμπεριφορά των στρατιωτών που έχουν ζήσει την φρίκη του πολέμου. Πολλές ταινίες στον κινηματογράφο περιγράφουν με ρεαλιστικό τρόπο στρατιώτες – βετεράνους που έχουν επιστρέψει στο σπίτι τους και υποφέρουν από συμπτώματα μετατραυματικού στρες. Άλλες ταινίες παρουσιάζουν εξίσου ρεαλιστικά την οδύνη της γυναίκας που έχει υποστεί βιασμό. Ορισμένα γεγονότα όπως η επίθεση, η φυσική καταστροφή, ο πόλεμος, το αυτοκινητιστικό δυστύχημα, η διάγνωση ανίατης ασθένειας, η ομηρία, η ληστεία, η απειλή με όπλο, η τρομοκρατία μπορούν να χαρακτηριστούν ως τραυματικά.

Αμέσως μετά την έκθεση στο τραύμα, το άτομο βιώνει έντονο φόβο που δεν έχει ξανανιώσει στο παρελθόν, πανικό ή και τρόμο. Στη συνέχεια, εκδηλώνει τα παρακάτω συμπτώματα.

Επίμονη αναβίωση του γεγονότος.

 Η αναβίωση μπορεί να γίνει με επαναλαμβανόμενες εικόνες που εμφανίζονται μπροστά στα μάτια του, ακούσια και απροειδοποίητα ή με επώδυνα όνειρα που περιέχουν στοιχεία του τραυματικού γεγονότος. Το άτομο αναβιώνει ατόφιο το συναίσθημα. Επομένως, νιώθει ότι ξαναζεί το περιστατικό με ή χωρίς παραισθήσεις ή ψευδαισθήσεις.

Επίμονη αποφυγή ερεθισμάτων που σχετίζονται με το τραύμα.

Το άτομο προσπαθεί με πολύ κόπο να αποφεύγει συστηματικά οτιδήποτε μπορεί να του θυμίζει το τραυματικό γεγονός. Μπορεί να πρόκειται για εικόνες, καταστάσεις, δραστηριότητες, τοποθεσίες και ανθρώπους που με κάποιο τρόπο συνδέονται με το τραύμα. Επίσης δεν είναι σε θέση να κάνει συζητήσεις για το περιστατικό. Τέλος, αναστατώνεται πολύ αν χρειαστεί να πάρει μέρος σε τέτοιες συζητήσεις ή αν ακούσει άλλους να συζητούν για το περιστατικό.

Αλλαγές στις γνωστικές και συναισθηματικές λειτουργίες του ατόμου.

Μετά το περιστατικό, το άτομο μπορεί να νιώθει ότι ευθύνεται για ό,τι συνέβη και να κατηγορεί τον εαυτό του ότι δεν έκανε αρκετά προκειμένου να το αποτρέψει. Ομοίως μπορεί να θεωρεί αναληθώς, ότι κάποιος άλλος είναι η αιτία του γεγονότος και να φέρεται επιθετικά προς αυτό το άτομο. Είναι πιθανό να μην μπορεί να ανακαλέσει ορισμένα κομμάτια του γεγονότος και έχει αυτό που ονομάζουμε κενά μνήμης. Επιπλέον είναι συχνή η αδυναμία ελέγχου της συναισθηματικής κατάστασης. Υπάρχει ένα συνεχές βίωμα αρνητικών και μόνο αρνητικών συναισθημάτων, με ή χωρίς ακούσιες σωματικές αντιδράσεις (πχ. ταχυκαρδία, εφίδρωση, τρέμουλο). Τέλος, το άτομο μετά το γεγονός, είναι πιθανό να νιώθει συναισθηματικά μουδιασμένο ή αναίσθητο. Δεν μπορεί να βιώσει συναισθήματα και να συνδεθεί με τους ανθρώπους. Δεν εμπιστεύεται, δε μοιράζεται και δεν ενδιαφέρεται για την σεξουαλική του διάσταση.

Αλλαγές στην εγρήγορση και τις δραστηριότητες.

Παρατηρείται μια αυξημένη αγωνία και συμπτώματα άγχους που δεν υπήρχαν πριν το τραυματικό γεγονός. Ο πάσχων μπορεί να δυσκολεύεται να κοιμηθεί ή να κάνει διακοπτόμενο ύπνο. Μπορεί γενικότερα, ο ύπνος να είναι μαρτύριο, γιατί κατακλύζεται από εφιάλτες με περιεχόμενο που αφορά στο περιστατικό. Επιπλέον, μπορεί το άτομο να μην έχει κανένα ενδιαφέρον πια για δραστηριότητες που ευχαριστιόταν στο παρελθόν. Ίσως γίνεται αυτοκαταστροφικό, έχει αδικαιολόγητα ξεσπάσματα θυμού, προβαίνει σε επικίνδυνες συμπεριφορές, χρήση ουσιών, κλπ.

Διάγνωση.

Αν τα παραπάνω συμπτώματα  εκδηλωθούν σε χρονικό διάστημα τριών μηνών μετά την έκθεση στο τραύμα έχουμε διάγνωση Διαταραχής μετατραυματικού στρες. Αν εκδηλωθούν σε διάστημα 6 μήνες και πλέον μετά το τραύμα έχουμε την ίδια διαταραχή με καθυστερημένη έναρξη. Στην περίπτωση που τα συμπτώματα εμφανιστούν νωρίτερα των 3 μηνών από το γεγονός, μιλάμε για διαταραχή οξέος στρες. Αν η διάρκειά τους περιορίζεται στο τρίμηνο η διαταραχή είναι οξείας μορφής, ενώ αν είναι 3 μήνες και πάνω, η διαταραχή είναι χρόνιας μορφής. Υπάρχει σημαντική συννοσηρότητα με κατάθλιψη, κατάχρηση ουσιών και με άλλες αγχώδεις διαταραχές. Το PTSD έχει συχνότητα περίπου 9% στο γενικό πληθυσμό. Οι γυναίκες έχουν διπλάσια συχνότητα από τους άνδρες.

Παράγοντες που συνδέονται με τη διαταραχή μετατραυματικού στρες.

Η σοβαρότητα και η φύση του τραυματικού γεγονότος. Τραυματικές εμπειρίες που σχετίζονται με την ανθρώπινη ακεραιότητα, την ελευθερία, την αυτοδιάθεση, την προσωπική βούληση και τα όρια, αυξάνουν την πιθανότητα εμφάνισης του PTSD.

Το πλήθος των τραυματικών γεγονότων και η φυσική απόσταση από το συμβάν. Όσο πιο πολλά τραύματα έχει βιώσει κανείς τόσο πιο ευάλωτος είναι να αναπτύξει διαταραχή μετατραυματικού στρες. Ομοίως θετικά επηρεάζει στην εμφάνιση της διαταραχής η μεγάλη εγγύτητα στο περιστατικό.

Το γυναικείο φύλο, η νεαρότερη ηλικία και το χαμηλότερο μορφωτικό επίπεδο αυξάνουν την επικινδυνότητα για τη διαταραχή.  Επίσης το χαμηλό κοινωνικοοικονομικό επίπεδο  αποτελεί παράγοντα κινδύνου. Οι άνθρωποι που ζουν σε πιο δύσκολες συνθήκες έρχονται αντιμέτωποι με πιο πολλές δυσκολίες και έχουν περιορισμένη πρόσβαση σε δομές βοήθειας και υποστήριξης.

Τέλος, κακοί προδιαθεσικοί παράγοντες είναι η μεγάλη φτώχεια στην παιδική ηλικία, η ύπαρξη ψυχικής διαταραχής σε κάποιο μέλος της οικογένειας και η προϋπάρχουσα τραυματική εμπειρία (πχ. καταστροφή, απώλεια γονιού, κακοποίηση) πριν την ηλικία των 10 χρόνων.

Ψυχική ανθεκτικότητα.

Ο βαθμός στον οποίο θα μπορέσει ένας άνθρωπος να ανταπεξέλθει στις αντιξοότητες που θα συναντήσει στη ζωή του, καθορίζει την ψυχική του ανθεκτικότητα. Η ψυχική ανθεκτικότητα επηρεάζει γενικά το ψυχικό στρες που βιώνει το άτομο. Προσδιορίζει τον τρόπο που αντιλαμβάνεται τα γεγονότα, τη σημασία που δίνει σε αυτά και πως τα διαβάζει σε δεύτερο και τρίτο χρόνο. Τελικά, παίζει ρόλο στις στρατηγικές διαχείρισης που επιλέγει κάθε φορά προκειμένου να αντιμετωπίσει την εκάστοτε δυσκολία.